Τύποι επενδύσεων
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να ρωτήσει τον εαυτό του κάθε επενδυτής, είναι το αν στοχεύει σε μακροπρόθεσμες ή σε βραχυπρόθεσμες επενδύσεις.
Μια μακροπρόθεσμη επένδυση είναι η αγορά ακινήτων στο κέντρο μιας πόλης με σκοπό να επιτευχτεί μια καλή ανάπτυξη του κεφαλαίου στο μέλλον. Αυτός ο τύπος του επενδυτή δεν ενδιαφέρεται, κατά κύριο λόγο, για την τρέχουσα απόδοση του κεφαλαίου μέσω της ενοικίασης του ακινήτου, καθώς σε αυτές τις περιοχές θα αποφέρει συνήθως μια σχετικά μικρή απόδοση.
Μια βραχυπρόθεσμη επένδυση, δηλαδή η αγορά ενός ενοικιαζόμενου ακινήτου με τη μεγαλύτερη δυνατή απόδοση, έχει τον αντίθετο σκοπό. Αυτό το είδος του επενδυτή, αγοράζει ακίνητα σε περιοχές, όπου οι αγοραστικές τιμές παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα ενώ τα επίπεδα μισθώσεων, συγκριτικά, είναι αρκετά υψηλά. Σε αυτές τις περιοχές, το ποσοστό απόδοσης κεφαλαίου είναι υψηλό, αλλά το δυναμικό ανάπτυξης του κεφαλαίου είναι χαμηλότερο από ό, τι στις κεντρικές περιοχές.
Ορισμένοι επενδυτές προσπαθούν να συνδυάσουν και τα δύο είδη επένδυσης με την αγορά ενός άδειου διαμερίσματος σε μία κεντρική περιοχή και νοικιάζοντάς το εποχιακά. Αυτή η επιλογή είναι πιο επικίνδυνη από την αγορά ενός διαμερίσματος που ήδη νοικιάζεται μακροπρόθεσμα, αλλά παρόλα αυτά, αν πρόκειται για μια καλή αγορά, το εισόδημα που θα σας αποφέρει μπορεί να είναι πολύ μεγάλο. Επιπλέον, στο Βερολίνο υπάρχουν πολλές εταιρείες που ασχολούνται αποκλειστικά με την εξεύρεση ενοικιαστών.
Φυσικά, κάθε επενδυτής αποφασίζει ο ίδιος για το εαυτό του και το ποιες είναι οι προτεραιότητες του. Πάντως σε κάθε περίπτωση, η αγορά ενός ακινήτου στο Βερολίνο ήταν και θα είναι πάντα μια πολύ καλή επένδυση σε μια υπέροχη πόλη με μια τόσο ιδιαίτερη ατμόσφαιρα.
Με το να αγοράσετε ένα ακίνητο στο Βερολίνο, το ακίνητό σας δεν αποτελεί μόνο μια επένδυση των χρημάτων σας, αλλά πάνω από όλα αποτελεί μέρος αυτής της γης και της ιστορίας αυτής της μεγάλης πόλης.
Μίσθωση του ακινήτου σας
Κάθε ιδιοκτήτης ενός ακινήτου στη Γερμανία, έχει κάθε δικαίωμα να νοικιάσει την ιδιοκτησία του. Εφόσον βρεθεί ο ενοικιαστής, υπογράφεται ένα συμβόλαιο μίσθωσης (Mietvertrag) μεταξύ του ιδιοκτήτη και του ενοικιαστή. Αυτό το είδος συμβολαίου μπορεί να έχει διάρκεια μιας περιόδου αρκετών μηνών ή και περισσότερο. Μπορεί επίσης να δημιουργηθεί ένα συμβόλαιο αορίστου χρόνου με τη δυνατότητα ακύρωσης εφόσον έχει προηγηθεί γραπτή ειδοποίηση.
Σε γενικές γραμμές, ο ενοικιαστής πληρώνει ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό ως εγγύηση (Kaution), η οποία συνήθως ισοδυναμεί με το ποσό 2 ή 3 μηνών του ενοικίου. Το ποσό αυτό εγγυάται την αποζημίωση των ιδιοκτητών για τυχόν χρηματικές απώλειες σε περίπτωση αφερεγγυότητας του ενοικιαστή, ή την κάλυψη του κόστους κάποιων πιθανών επισκευών με σκοπό τη λήξη της σύμβασης. Η κατάθεση της χρηματικής εγγύησης (Kaution) προστατεύει τον ιδιοκτήτη από οικονομικές απώλειες. Το συμβόλαιο μίσθωσης ορίζει τη μηνιαία πληρωμή ενοικίου, τη χρηματική εγγύηση, τους πρόσθετους λογαριασμούς/κοινόχρηστα (Nebenkosten), δηλαδή, την πληρωμή του νερού, του ρεύματος, του ασανσέρ, του πάρκινγκ, της συλλογής απορριμμάτων, κλπ.
Εάν στο συμβόλαιο μίσθωσης (Mietvertrag) έχει υπογραφεί ότι, το διαμέρισμα, το γραφείο ή το σπίτι θα πρέπει να ανακαινιστεί μετά την περίοδο της ενοικίασης, ο ενοικιαστής υποχρεούται να παραδώσει το ακίνητο σε τέτοιες συνθήκες. Κανονικά, ο ενοικιαστής είναι υποχρεωμένος να αφήσει το ακίνητο στην ίδια κατάσταση που το βρήκε και να το βάψει. Στην αντίθετη περίπτωση, ο ιδιοκτήτης χρησιμοποιεί την χρηματική εγγύηση για να πληρώσει το κόστος των εργασιών το οποίο ο ενοικιαστής αρνήθηκε να εκτελέσει και δεν του επιστρέφει την προκαταβολή. Εάν ο ενοικιαστής επιστρέψει το σπίτι στη κατάσταση που περιγράφεται στο συμβόλαιο, ο ιδιοκτήτης είναι υποχρεωμένος να επιστρέψει την προκαταβολή. Αν ο ιδιοκτήτης δεν το κάνει, θα λάβει γραπτή καταγγελία. Το συμβόλαιο μίσθωσης προστατεύει τα δικαιώματα των ενοικιαστών και των ιδιοκτητών ταυτόχρονα.
|